WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
not much adj (very little) (με κατάφαση)λίγος επίθ
  (με άρνηση)πολύς επίθ
 There isn't much food in the cupboard; I think we should go out for dinner.
 Τα τρόφιμα στα ντουλάπια είναι λίγα, νομίζω πρέπει να φάμε έξω.
 Δεν υπάρχουν πολλά τρόφιμα στα ντουλάπια, νομίζω πρέπει να φάμε έξω.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
not much to look at adj informal (unattractive or unimpressive) (μεταφορικά, προφορικό)δεν γεμίζω το μάτι σε κπ περίφρ
  δεν εντυπωσιάζω, δεν είμαι εντυπωσιακός περίφρ
  που δεν τον πιάνει το μάτι σου περίφρ
 He's not much to look at, but he's got a good job and he's very nice.
 It's not much to look at, but it's home.
 Δεν σου γεμίζει το μάτι αυτός, αλλά έχει καλή δουλειά και είναι πολύ καλός άνθρωπος.
 Δεν είναι εντυπωσιακό. Είναι, όμως, το σπιτικό μας.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'not much' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση not much στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «not much».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!